14 Ιουλίου 1920, ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει τις Σαράντα Εκκλησίες στην Ανατολική Θράκη

Η Θράκη υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς γύρω στο 1360 και από τότε αρχίζει και μια ιστορία αιώνων γεμάτη αγώνες και θυσίες. Κάποια εποχή η Οθωμανική αυτοκρατορία παραχωρεί στους υπόδουλους την αυτοδιαχείριση των κοινοτικών πραγμάτων που αφορούσαν τη λατρεία, την εκπαίδευση, το οικογενειακό δίκαιο. Με αυτά τα δεδομένα προχώρησε η οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη όλης της Θράκης στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς. Το 1821 η Θράκη προσφέρει στον Αγώνα πλοία, χρήματα, ήρωες και ποταμούς αίματος. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’, ο Μητροπολίτης Σωζοπόλεως Παΐσιος, ο Κάρπος Παπαδόπουλος, ο Αντώνιος και η Δόμνα Βυζβίζη κα. Όλες οι επαναστατικές ενέργειες διαλύθηκαν και οι επαναστάτες εξοντώθηκαν. Στη Φιλιππούπολη, στη Βάρνα, στην Αγχίαλο , στη Μεσημβρία, στη Μάκρη, στη Μαρώνεια, στην Αίνο, στη Σαμοθράκη κ.α.
Πολλά χρόνια αργότερα, με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου τον Αύγουστο του 1913 η Δυτική Θράκη επιδικάζεται στους Βούλγαρους. Ο Θρακιώτικος λαός εξεγείρεται, απωθεί τις Βουλγαρικές δυνάμεις, κηρύσσει την αυτονομία της περιοχής και σχηματίζει προσωρινή Κυβέρνηση. Η Ελληνική Κυβέρνηση όμως, τηρώντας τους όρους της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, εγκαταλείπει τη Θράκη , η οποία παραδίνεται στους Βούλγαρους τον Οκτώβριο του 1913. Η ελευθερία κράτησε λοιπόν μόνο τρεις μήνες και έμελλε να αργήσει άλλα έξι χρόνια. Η Βουλγαρική κατοχή κατέστρεψε στα χρόνια που ακολούθησαν τον κοινωνικό και οικονομικό ιστό της τοπικής κοινωνίας. Σταμάτησε τον πολιτισμό και ερήμωσε όλη την περιοχή. 250.000 Έλληνες της Θράκης οδηγήθηκαν στην προσφυγιά. Δεκάδες χιλιάδες σφαγιάσθηκαν.

Το τέλος του Α’ Παγκόσμιου πολέμου βρίσκει την Τουρκία ηττημένη. Η Ελλάδα διεκδικεί ξανά όλη τη Θράκη. Τότε η Γαλλία, για να εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα στη Μέση Ανατολή, δια του αρχιστράτηγου των συμμαχικών δυνάμεων της Μέσης Ανατολής Γάλλου Φρανσουά ντ Εσπεραί διατάσσει τα συμμαχικά στρατεύματα να καταλάβουν τη Δυτική Θράκη, επίσημα, για λογαριασμό της συμμαχίας, ουσιαστικά όμως για την επίτευξη των δικών της βλέψεων. Το πρωινό της 4ης Οκτωβρίου 1919 τα συμμαχικά στρατεύματα με επικεφαλής τον στρατηγό Λεοναρδόπουλο μπαίνουν στην Ξάνθη και στη συνέχεια ελευθερώνουν όλη τη Δυτική Θράκη από τους Βούλγαρους.

Οι συμμαχικές δυνάμεις επέβαλαν στη Θράκη καθεστώς διασυμμαχικής κατοχής, ονομάζοντάς την “Χώρα της Θράκης”. Επίσημη γλώσσα ήταν η Γαλλική. Τη Διοίκηση της Θράκης ανέλαβε κατ΄ εξουσιοδότηση του Αρχιστράτηγου ο Στρατηγός Σαρπύ.
Φτάνουμε έτσι στην 14η Μαΐου του 1920, ημέρα που ο Ελληνικός Στρατός διατάσσεται να αναλάβει εξ ονόματος των συμμάχων την κατάληψη και διοίκηση της Δυτικής Θράκης, αντικαθιστώντας τα Γαλλικά στρατεύματα. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, με τη Συνθήκη των Σεβρών, η Θράκη προσαρτάται οριστικά στην Ελλάδα.
Οι Θρακιώτες μαθαίνουν το πολυπόθητο γεγονός στις 30 Ιουλίου 1920 από το εξής τηλεγράφημα του ίδιου του Βενιζέλου προς τον κυβερνητικό αντιπρόσωπο της Θράκης: «Χαίρω μεγάλως αγγέλων υμίν ότι σήμερον εβδόμην επέτειον Συνθήκης Βουκουρεστίου υπεγράφη συνθήκη ειρήνης μετά Τουρκίας, δι’ ης αι κυριότεραι σύμμαχοι δυνάμεις μεταβίβασαν ημίν Δυτικήν Θράκην».
Σήμερα στη χαραυγή του 21ου αιώνα, η Θράκη στέκεται πια υπερήφανη και στολισμένη με τις ομορφιές της. Τις φυσικές, τις πολιτιστικές, τις πνευματικές. Αποτελώντας το ανατολικό άκρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχοντας αναγνωριστεί επιτέλους η σημασία της για την Ελλάδα, ατενίζει το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Η γεωπολιτική της θέση καθίσταται όλο και πιο σημαντική.

Οι αγώνες και οι θυσίες των προγόνων μας δικαιώθηκαν. Ελεύθεροι συνεχίζουμε το έργο της ανάπτυξης και της προόδου. Το νόημα της σημερινής Επετείου είναι το χρέος μας να μη λησμονούμε την ιστορία μας και να αποτίουμε φόρο τιμής στους πρωταγωνιστές της.

Λίγα χρόνια πριν από την απελευθέρωση της Θράκης
Το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου βρήκε το Dedeagatch (σημερινή Αλεξανδρούπολη), χτυπημένο από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς του 1915, να παραμένει στην κατοχή της Βουλγαρίας. Πολλοί κάτοικοί του είχαν αναγκαστεί από τη Βουλγαρική κατοχή να εγκαταλείψουν τις κατοικίες τους, το λιμάνι ήταν γεμάτο από λείψανα των σκαφών που είχαν βυθιστεί κατά τους βομβαρδισμούς, σύμφωνα δε με δημοσιεύματα της εποχής 150 οικίες ήταν τελείως κατεστραμμένες και 250 ημικατεστραμμένες («εφημερίς των Βαλκανίων» 12.11.1919).

Στις 29 Σεπτεμβρίου 1918 η Βουλγαρία υπέγραψε στη Θεσσαλονίκη ανακωχή πρώτη από τις κεντρικές δυνάμεις που αντιμάχονταν την Ανταντ. Έτσι συμφώνησε να εγκαταλείψει όλα τα Σερβικά και Ελληνικά εδάφη που εξακολουθούσε να κατέχει ο στρατός της και που μέχρι τότε ισχυριζόταν ότι είναι δικά της. Οι Βρετανοί μπήκαν στη Σόφια και ο FRANCHET D’ ESPEREY αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων στο βαλκανικό μέτωπο διέταξε το Άγγλο στρατηγό Miln έχοντας υπό τις διαταγές του επτά (7) συμμαχικές μεραρχίες να επιτεθεί εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Έτσι μεταξύ αυτών η 22η Βρετανική Μεραρχία που ανέλαβε την προκάλυψη από τη θάλασσα μέχρι το Σουφλί επιβιβάσθηκε στις 25 Οκτωβρίου από το Σταυρό Χαλκιδικής σε ατμόπλοια για να μεταφερθεί στο Dedeagatch (Αλεξανδρούπολη), ενώ η 122η Γαλλική Μεραρχία έλαβε θέσεις προκαλύψεως από το Σουφλί μέχρι το Αχούρμπεη (σημερινό Χειμώνιο), με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη της σιδηροδρομικής γραμμής Αndrianople – Dedeagatch για την ελεύθερη χρησιμοποίηση της. Μάλιστα οι Βρετανοί με την άφιξή τους στην πόλη εγκατέστησαν Βρετανικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο (βλ. προηγούμενο φύλλο).
Οι συμμαχικές δυνάμεις όμως δεν χρειάστηκε να ρίξουν ούτε μια ντουφεκιά γιατί από το φόβο της επικείμενης επιθέσεως και με το στρατό τους αιχμαλωτισμένο και υποχωρούντα στην Παλαιστίνη, οι Οθωμανοί στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπέγραψαν και αυτοί ανακωχή στο Μούδρο της Λήμνου με τον Άγγλο ναύαρχο Κάλθορπ ο οποίος ενήργησε εν ονόματι των συμμάχων. Σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής μια βρετανική μεραρχία θα καταλάμβανε τα Δαρδανέλια και το Βόσπορο. Ο Φρανσε ντ’ Εσπερέ όμως διέταξε για την ενέργεια αυτή την 28η Βρετανική μεραρχία να επιβιβαστεί σε πλοία από τη Θεσσαλονίκη και την 122η Γαλλική Μεραρχία να συγκεντρωθεί στο Dedeagatch απ’όπου θα μεταφέρετο ατμοπλοϊκώς στο Βόσπορο.

Μετά την υπογραφή της ανακωχής εκ μέρους της Βουλγαρίας και την αποχώρηση των συμμαχικών στρατευμάτων, η Δυτική Θράκη εξακολούθησε να παραμένει υπό την κατοχή της τελευταίας που διατήρησε στρατιωτικές και πολιτικές αρχές αλλά εγκαταστάθηκε διασυμμαχικός έλεγχος και ολιγάριθμα συμμαχικά στρατεύματα κατέλαβαν τα σπουδαιότερα κέντρα για την εξασφάλιση των συγκοινωνιών και τη φρούρηση της σιδηροδρομικής γραμμής Κουλελί Μπουργας (Πύθιο) – Κων/πολεως αλλά και τη διατήρηση της τάξεως στις πόλεις και την ύπαιθρο. Τα ανωτέρω στρατιωτικά τμήματα αποτελούνταν από ένα γαλλικό τάγμα, ένα τάγμα Σενεγαλέζων, ένα γαλλικό λόχο και μια βρετανική διμοιρία. Αρχηγός των στρατευμάτων κατοχής ήταν ο Γάλλος συνταγματάρχης Allier (Αλλιέ) με έδρα αρχικώς το Dedeagatch και εν συνεχεία την Ξάνθη και την Κομοτηνή.

Εντωμεταξύ έντονες ήταν οι διπλωματικές διεργασίες στο συνέδριο της ειρήνης που άρχισε στο Παρίσι όπου η Δυτική Θράκη είχε αποβεί πεδίο ανταγωνισμών διαφόρων ενδιαφερομένων κρατών.

Τελετή κατά την είσοδο της Μεραρχίας Ξάνθης στις Σαράντα Εκκλησίες στις 14 Ιουλίου 1920.

Οι Αμερικανοί αντιπρόσωποι δήλωναν απερίφραστα ότι η Δυτική Θράκη θα πρέπει να παραμείνει στην Βουλγαρία αρνούμενοι το βουλγαρικό αποκλεισμό από το Αιγαίο. Συγκεκριμένα πρότειναν να δοθεί στην Ελλάδα μόνο η περιοχή Ξάνθης – Γκιουμουλτζίνας ενώ η υπόλοιπη βόρεια δυτική Θράκη θα πήγαινε στη Βουλγαρία και η υπόλοιπη νότια δυτική Θράκη μαζί με όλη την Ανατολική στο νεοσύστατο κράτος της Κων/πολεως το οποίο ήλπιζαν ότι θα αναλάμβαναν υπό την κηδεμονία τους με εντολή της νεοσύστατης κοινωνίας των εθνών. Η στάση τους αυτή οφειλόταν και στη ένθερμη συμπάθεια του Δημοκρατικού προέδρου Wilson προς τη Βουλγαρία εξαιτίας της επιρροής τόσο της γυναίκας του και της αδερφής της που είχε παντρευτεί τον πρεσβευτή της Βουλγαρίας στην Ουάσιγκτον, όσο και των ανθελληνικών κύκλων του Ροβερτείου Κολλεγίου Κων/πολεως καθώς και των μεγαλεμπόρων καπνού ανταγωνιστών των ελληνικών συμφερόντων.

Η Γαλλία πρότεινε σαν συμβιβασμό τη δημιουργία ενός ελεύθερου κράτους του Dedeagatch που θα περιείχε ένα διάδρομο κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής που συνέδεε τα λιμάνι αυτό με την Αndrianople (Αδριανούπολη). Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις τελικά, ύστερα σχεδόν από ένα χρόνο από το τέλος του πολέμου και αφού αποτραβήχτηκε λόγω ασθενείας από το προσκήνιο ο τιμηθείς με Νόμπελ Ειρήνης για το έτος 1919 Πρόεδρος Wilson, η Δυτική Θράκη αφαιρέθηκε από τη Βουλγαρία με τη συνθήκη του Neuilly sur Seine (14/27.11.1919). Με το άρθρο 48 της συνθήκης αυτής η Δυτική Θράκη θα υπάγονταν μέχρι της διευθέτησης της οριστικής της τύχης υπό τη διοίκηση Γάλλου αρμοστή και θα αποτελούσε ένα είδος διασυμμαχικού κράτους (Thrace Interalliee).
Ήδη ενώ προετοιμαζόταν η υπογραφή της οι σύμμαχοι εξουσιοδότησαν τον Φρανσε ντ’ Εσπερέ, αρχηγό πλέον του συμμαχικού στρατού της Ανατολής, όπως εντός του Οκτωβρίου του 1919 διατάξει την εκκένωση της Δυτικής Θράκης από τους Βουλγάρους. Αρμοστής ορίστηκε ο Γάλλος στρατηγός Charpy, ο οποίος στις 10 Οκτωβρίου 1919 εγκαταστάθηκε στην Κομοτηνή όπου παρέλαβε τη διοίκηση από τον Allier (Αλλιέ) ενώ στις 18 Οκτωβρίου 1919 κατελήφθησαν υπό συμμαχικές δυνάμεις η περιφέρεια της Κομοτηνής και του Κaragatch.

Σημαντικά γεγονότα
Η Θράκη και η πόλη της Αλεξανδρούπολης όπως και της Κομοτηνής απελευθερώθηκαν την 14/5/1920, 99 χρόνια μετά την Ελληνική επανάσταση του 1821.
Η Θράκη υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς το 1360, ενώ την ταφόπλακα της σκλαβιάς, σφράγισε η πτώση της τελευταίας ελεύθερης κοιτίδας, της άλλοτε μεγάλης Βυζαντινής αυτοκρατορίας η πτώση του τελευταίου Θρακικού κομματιού, αυτού της Κωνσταντινούπολης. Μετά την πτώση της Θράκης, το Διδυμότειχο η 2η πόλη του Βυζαντίου με τα ισχυρότερα διπλά τείχη ορίστηκε ως η πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έως την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Μετά όμως λίγο καιρο την θέση του Διδυμοτείχου πήρε η Ανδριανούπολη, που μετονομάστηκε σε Edirne.
Η πρώτη όμως απελευθέρωση ήρθε στις 12/5/2013, όταν οι Βούλγαροι έβαλαν φωτιά στις αποθήκες της πόλης κατά την αποχώρηση τους και η φωτιά επεκτάθηκε σε όλη την μικρή πόλη που τότε λεγότανε Δεδέαγατς ( πόλη του γέροντα ή πόλη του ερημίτη). Τότε κατέφθασε το πολεμικό πλοίο του Ελληνικού πολεμικού στόλου το Ιέραξ που ήτανε ανιχνευτικό για να βοηθήσει στην κατάσβεση της φωτιάς.
Η μικρή πόλη του Δεδέαγατς ήτανε πολύ μικρή, αλλά πόλη εμπορίου και προξενείων. καθώς από αυτήν. εκτός από το λιμάνι, περνούσε και ο σιδηρόδρομος με το οριαν εξπρές να κάνει στάση στην πόλη στον δρόμο για Κωνσταντινούπολη.
Το 1871 αποφασίζεται με την στήριξη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας να περάσει ο σιδηρόδρομος από την μικρή πόλη και να συνδεθεί με την Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη. Τότε άρχισαν να έρχονται στην πόλη, Έλληνες, Εβραίοι, Φράγκοι, Γάλλοι, Ρώσοι, Βούλγαροι και πολλοί άλλοι, ενώ η πόλη γίνεται κέντρο εμπορίου.

Κατά τον Ρώσο-Τουρκικό πόλεμο και το 1878 η πόλη δίνεται στην Ρωσία, με την συνθήκη του Αγ. Στεφάνου. Οι νέοι κηδεμόνες έχουν άλλη αντίληψη. Αρχίζουν να ανακαινίζουν τα κτίρια, να φτιάχνουν ένα σύγχρονο ρυμοτομικό σχέδιο, πρωτοποριακό για την εποχή, με μεγάλους δρόμους, πλατείες, άλση, αλλά και με την ευθυγράμμιση προς την θάλασσα όλων των δρόμων. Να φτιάχνουν καινούργια κτήρια και η πόλη να αναπτύσσεται. Στο ρυμοτομικό σχέδιο που αναπτύχθηκε και διατηρήθηκε ευτυχώς, οφείλεται και η καλή ρυμοτομία της πόλης.
Επίσης χτίζεται και ο φάρος που έμελλε να είναι και μέχρι σήμερα ο υψηλότερος των Βαλκανίων και φυσικά γίνεται και σύμβολο της πόλης.
Στην μικρή πόλη με το όνομα Δεδέαγατς υπάρχουν 8 προξενεία. Η βίαιη προσάρτηση στους Βούλγαρους δεν πτοεί την πόλη, που αναπτύσσεται στο ρυμοτομικό σχέδιο των Ρώσων και φυσικά πολλά κτήρια και καταστήματα χτίζονται, όπως και σχολεία και νοσοκομείο.
Έτσι το 1912 έχουμε στην πόλη σαν πρόξενο τον Ίωννα Δραγούμη μια ξεχωριστή προσωπικότητα της εποχής.

Το 1912 η πόλη καταλαμβάνεται από τους Βούλγαρους και παραχωρείται επίσημα το 1913 στους Βούλγαρους με την συνθήκη του Βουκουρεστίου. Η εγκατάλειψη του Δεδέαγατς (μετέπειτα Αλεξανδρούπολης) από το Ελληνικό στοιχείο εμφανής αφού οι Βούλγαροι καταστρέφουν ότι βρίσκουν μπροστά τους όπως σχολεία, αρχεία, μνημεία ενώ βάζουν φωτιά στις αποθήκες του λιμανιού της πόλης που επεκτείνεται μέχρι την πόλη από τους ανέμους. Οι ναυτικοί παρομοίαζαν την φωτιά που φαινότανε από μακριά σαν την φωτιά που κατέκαιγε την Ρώμη, όταν ο Νέρωνας την πυρπόλησε.
Τότε έσπευσαν τα Ελληνικά πολεμικά πλοία προς βοήθεια και είχαμε την πρώτη απελευθέρωση που κράτησε λίγο αφού η πόλη ξαναδόθηκε στους Βούλγαρους.

Μετά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο με την συνθήκη της Νεϊγύς, το 1919 πανηγυρίζεται η ένωση της Θράκης με την υπόλοιπη Ελλάδα, αν και την διοίκηση αναλαμβάνει διασυμμαχική κυβέρνηση με διοικητή τον Χαρίσιο Βαμβακά, προσωπικό φίλο του Ε. Βενιζέλου που κατορθώνει με ένα πρωτοποριακό σχέδιο την ενσωμάτωση της με την Ελλάδα. Και φτάνει η 14/5/1920, που 9Η Μεραρχία Σερρών αποβιβάζεται στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης με διοικητή τον κο Εμαν. Ζυμβρακάκη, υποστέλλεται η Γαλλική σημαία και αναστέλλεται Ελληνική. Η πόλη και με την συνθήκη της Λωζάννης κατοχυρώνεται στην Ελλάδα και έτσι επέρχεται η πολυπόθητη ελευθερία.

Στην πόλη όμως γράφεται και μια άλλη μεγάλη ιστορία που αποτελεί μοναδικότητα στην ιστορία του προσκοπισμού, αφού πρόσκοποι της πόλης μια μέρα πριν την απόβαση και με τον φόβο να πιαστούν ανέστειλαν στην παραλία την Ελληνική σημαία.
Και το πρώτο όνομα αυτής Νεάπολη, που κράτησε λίγο για να γίνει Αλεξανδρούπολη, προς τιμήν του Βασιλέως Αλεξάνδρου, που πέρασε από την πόλη κατά τη απελευθέρωση της.

Κατά την Μικρασιατική καταστροφή υποδέχεται πλήθος προσφύγων, αλλά και Θρακιωτών που εκδιώχτηκαν από την Αν. Θράκη, χωρίς αιτία και φυσικά ενώ ήμασταν οι νικητές του πολέμου υποχρεωθήκαμε από τους συμμάχους να εκκενώσουμε την Αν. Θράκη από τους έλληνες και να παραδώσουμε αυτήν στην Τουρκική κυριαρχία καθορίζοντας τα σημερινά σύνορα της Ελλάδος στον ποταμό Έβρο.

Αλλά κατά τους αγώνες για την ελευθερία της Ελλάδος, πλήθος Θρακιωτών έδωσαν το παρόν, αλλά η γειτνίαση με την Κωνσταντινούπολη και το πεδινό της μορφολογίας του εδάφους της κατέπνιξαν τις επαναστάσεις αυτές στο αίμα.
Και μην ξεχνάμε τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’ που αρνήθηκε να αποκυρήξει την επανάσταση και απαγχονίστηκε από τους Τούρκους ενώ το πτώμα του συλήθηκε από τους Τούρκους που το διαπόμπευσαν.

Και μην ξεχνάμε ότι λέγοντας Θράκη εννοούμε την γεωγραφική περιοχή από τον Δούναβη, έως τον Νέστο ποταμό και τέλος έως και την Κωνσταντινούπολη, με πολλές πόλεις σήμερα ακόμα, σε άλλα χέρια.
Οι ιστορικοί της εποχής διασώζουν 31 ονόματα Θρακών που συμμετείχαν ενεργά στην Φιλική εταιρεία και ένας εξ αυτών ο δήμαρχος της Οδησσού ο Γρηγόρης Μαρασλής από την Φιλιππούπολη.
Εκτός αυτού μεγάλος ήταν και ο ρόλος των Φαναριωτών της Κωνσταντινούπολης της Αν. Θράκης, στην μεγάλη του γένους επανάσταση.

Κατά τους διωγμούς της Κωνσταντινούπολης τα αδέρφια Σταμάτης και Αλέξανδρος Κουμπάρης φυγάδευσαν με τα πλοία τους πολλούς Έλληνες της Κωνσταντινούπολης.
Ο Χατζηαντώνης με την γυναίκα του την Δόμνα Βυζβύζη, με καταγωγή από την Αίνο το μεγαλύτερο βυζαντινό λιμάνι απέναντι από την Αλεξανδρούπολη, σήμερα στην Τουρκική επικράτεια, έδωσαν τα πλοία τους για τον αγώνα της επανάστασης. Και μάλιστα ενώ σε μια ναυμαχία ο Χταζηαντώνης σκοτώνεται η καπετάνισσα παίρνει το τιμόνι και με τις διαταγές της κερδίζει την ναυμαχία. Το πλοίο τους λεγόταν Καλομοίρα.

Στην Σωζόπολη της Βόρειας Θράκης στις 17/4/1821 ο Μητροπολίτης Παϊσιος Πρίκαλος κήρυξε ένοπλη εξέγερση ευλογώντας τους επαναστάτες. Πολλά Οθωμανικά στρατεύματα κατέφθασαν και έπνιξαν την επανάσταση στο αίμα στις 25/4/1821, ενώ ο Μητροπολίτης και οι επαναστάτες κρεμάστηκαν στην πλατεία.

Στα Λάβαρα του Έβρου 300 επαναστάτες διέλυσαν ένα Τουρκικό ασκέρι στην θέση Κουρί. Μέχρι και σήμερα ανευρίσκονται οστά Τούρκων και σπασμένα γιαταγάνια και καρυοφύλλια. Για σημαία είχαν μια γαλάζια σημαία με μαύρο σταυρό, εξ ου και η ονομασία του χωριού Λάβαρα ενώ στην θέση ανεγέρθηκε ναός στο όνομα του Αγ. Αθανασίου την μέρα που έγινε το γεγονός, στις 2/5/1821.

Ακολουθήθηκε διωγμός και πλήθος Μητροπολιτών και Θρακιωτών απαγχονίστηκαν και βασανίστηκαν. Ο Μητροπολίτης Ανδριανουπόλεως πρώην πατριάρχης Κύριλλος ο ΣΤ, δεν αποδέχτηκε να αποκηρύξει την επανάσταση και μαζί με άλλους 32 προύχοντες της περιοχής βασανίστηκε και κρεμάστηκε από το παράθυρο της Μητρόπολης. Ο θρύλος λέει ότι τρείς φορές κόπηκε το σχοινί του βρόγχου μέχρι να τον κρεμάσουν. Οι υπόλοιποι σφαγιάστηκαν έξω από τα σπίτια τους ενώ τα πτώματα τους πετάχτηκαν στον Έβρο ποταμό.

Άλλοι μάρτυρες είναι οι 5 νεομάρτυρες από την Σαμοθράκη που σφαγιάστηκαν, μάλιστα ένας τους τεμαχίστηκε ζωντανός, όταν δεν αποδέχτηκαν να αποκηρύξουν την επανάσταση και να απαρνηθούν την πίστη τους, ενώ ο Σουλτάνους τους έδινε μυθικά πλούτη. Ο τόπος μαρτυρίου είναι έξω από την Μάκρη Αλεξανδρούπολης, σε ένα μικρό παρεκκλήσι.

Δυστυχώς το αίμα των Θρακιωτών ήταν πολύ μέχρι να έρθει η μέρα της απελευθέρωσης, που όμως δεν έδωσε στον τόπο μεγάλη πνοή αφού πάντα το Αθηνοκεντρικό και αδηφάγο κράτος θεωρούσε τον τόπο, τόπο εξορίας για πολλά χρόνια …και όμως ήταν τόπος μαρτυρίου για πολλούς Θράκες που έδωσαν την ζωή τους για την μεγάλη ιδέα της ελεύθερης Ελλάδος. Σήμερα πολλά ιστορικά κομμάτια της Θράκης είναι σε ξένες κατοχές, αλλά υπάρχουν τα μνημεία να μαρτυρούν την μοναδικότητα και την Ελληνικότητα της.

14 Ιουλίου 1920, ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει τις Σαράντα Εκκλησίες στην Ανατολική Θράκη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κύλιση προς τα επάνω