Περιγραφή
Ο Gioacchino Volpe (Ιωακείμ Βόλπε, όπως επιχείρησαν να εξελληνίσουν το όνομά του οι παλιοί) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς της Ιταλίας. Και είναι εν προκειμένω σημαντικό το ότι η ειλικρινής και ακλόνητη ένταξή του στο φασιστικό κίνημα δεν επέφερε, μετά το τέλος του Β΄Παγκόσμιου πολέμου, αμαύρωση ούτε του έργου του μα ούτε καν της προσωπικότητάς του. Μετά την «Πορεία προς τη Ρώμη» (Marciasu Roma) και την άνοδο στην εξουσία του Φασισμού, έγινε μέλος του Ιταλικού Κοινοβουλίου για το χρονικό διάστημα 1924-1929, ενώ παράλληλα εκλέχτηκε καθηγητής της Νεότερης Ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Ρώμης. Στις 25 Ιουλίου 1943 ο Μουσολίνι ανατράπηκε από τον βασιλιά Βίκτωρα-Εμμανουήλ Γ.
Ο Volpe ακολούθησε τον ηγέτη του ιταλικού Φασισμού – με αποτέλεσμα, μετά τη δραματική θανάτωση αυτού του τελευταίου, την αυτοκτονία του Αδόλφου Χίτλερ και την οριστική κατίσχυση των αγγλόφωνων Δυνάμεων και των συμμάχων τους, να απομακρυνθεί από όλες τις κρατικές θέσεις που συνεπάγονταν διδασκαλία και κοινωνικό γόητρο. Αφοσιώθηκε λοιπόν στις επιστημονικές του έρευνες και δημοσίευσε σημαντικά έργα σχετικά με τη Μεσαιωνική Ιστορία ιταλικών πόλεων και περιοχών αλλά και την ιστορία του Ιταλικού Φασισμού, με αποτέλεσμα δικαίως να θεωρηθεί ο κατ’εξοχήν «Ιστορικός της Ιταλίας». Πέθανε πλήρης ημερών το 1971, στο Santarcangelo της Ρωμανίας, την κωμόπολη όπου είχε περάσει μέρος της εφηβικής του ηλικίας. Σήμερα η αξία του έργου και της προσωπικότητάς του έχει αναγνωριστεί· και στην Aquila ένα κέντρο μελετών ήδη φέρει το όνομά του (Centrostudi Gioacchino Volpe).
Όπως γλαφυρώς εξιστορεί ο Gioacchino Volpe, ως χαρακτηριστικά της ιταλικής εκδοχής του Φασισμού μπορούν να θεωρηθούν τα εξής : 1. Απόρριψη του Φιλελευθερισμού γενικώς και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ιδιαιτέρως, διότι «και ο ένας και η άλλη βασίζονται σε αναχρονιστικές πολιτικές θεωρίες» και χαρακτηρίζονται από χειροπιαστή «ανικανότητα ικανοποίησης και των βασικών έστω αναγκών του κοινωνικού συνόλου». Ειδικά ως προς τον κοινοβουλευτισμό μάλιστα, καίριο μειονέκτημα είναι ότι «ποτέ δεν ανευρίσκεται ο υπεύθυνος». 2. Απόρριψη της καθολικής ψηφοφορίας, γιατί αυτή αποτελεί ένα «κατά συνθήκη πλάσμα», που «δεν σημαίνει απολύτως τίποτα». 3. Αναγνώριση της ευθύνης την οποία υπέχει ο λαός σχετικώς με τις πολιτικές επιλογές του. 4. Οικοδόμηση ισχυρού Κράτους, που βέβαια μόνο αυταρχικώς επιτυγχάνεται.
Εδώ –κατά τον Μουσολίνι- έγκειται και η βασική διαφορά μεταξύ Φασισμού και Μπολσεβικισμού: Ο δεύτερος επιβάλλει τη δικτατορία μιας και μόνης «κοινωνικής τάξης», της εργατικής, σε όλες τις άλλες· αντίθετα ο Φασισμός επιβάλλει τη δικτατορία του Κράτους σε όλες ανεξαιρέτως τις κοινωνικές τάξεις – με επιθυμητό αποτέλεσμα τη μεταξύ τους συνεργασία προς όφελος της κοινής Πατρίδας. 5. Επιβολή κρατικού ελέγχου στην οικονομική ζωή, χωρίς όμως να μεταβάλλεται το Κράτος και σε «διαχειριστή» αυτής της τελευταίας. 6. Ανάληψη θυσίας –ακόμα και της ίδιας της ζωής- προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί· και ακριβώς την προθυμία για θυσία συμβολίζει το μαύρο χρώμα που είχανε οι Φασιστές υιοθετήσει, ιδίως όσον αφορά την κομματική τους στολή (μελανοχίτωνες). Σκοπός υπέρτατος του ανθρώπου, πράγματι, είναι να σπάσει, να τσακίσει μέσω της ανάληψης κινδύνων (vivere pericolosamente) ό, τι εμφανίζεται ως «πεπρωμένο» του και να βιώσει αυτό που του επιτρέπουν οι μεγάλες και εν πολλοίς αναξιοποίητες δυνατότητές του
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.