Στις 4 Φεβρουαρίου του 1843, ο θρύλος της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821, ο Αρχιστράτηγος του αγώνα Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, άφηνε την τελευταία του πνοή στην οικία του στην Αθήνα. Τις πρώτες πρωινές ώρες τις 4ης Φεβρουαρίου σε ηλικία εβδομηνταριών ετών πέθαινε από αποπληξία. Είχε λάβει μέρος στον χορό των ανακτόρων και είχε ξενυχτήσει πίνοντας και γλεντώντας. Γυρνώντας στο σπίτι του μετά από το ξεφάντωμα, στη διασταύρωση των οδών Λέκκα και Κολοκοτρώνη ο χάρος του είχε στήσει καρτέρι.
Ο μπαρουτοκαπνισμένος αυτός αρχηγός των επαναστατημένων Ελλήνων αυτή την φορά δεν κατάφερε να εξέλθει νικητής σε αυτή την μάχη. Κάτω από το γιαταγάνι του χάρου ο ήρως έπεσε. Η αναγγελία του θανάτου του δεν συγκλόνισε μόνο την μικρή κοινωνία των Αθηνών αλλά και ολόκληρη την τότε Ελλάδα. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε καθιερωθεί στην συνείδηση όλων των Ελλήνων ως η πλέον συμβολική μορφή της εθνεγερσίας. Η λαϊκή μούσα θρήνησε τον ήρωα με τα λόγια:
« Σε κλαίνε χώρες και χωριά,
σε κλαίνε βιλαέτια,
σε κλαίει κ’ η Ντρομπολιτζά,
μαζί με την Αθήνα».
Ο δε Σούτσος εκφωνώντας τον επικήδειο τόνιζε: « Ανήρ μέγας ετελεύτησε. Και ο προσκληθείς να πλέξη το εγκώμιον αυτού, ανάγκη να περιλάβη ολόκληρον τον μέγαν Ελληνικόν αγώνα». Μέχρι σήμερα έχουν παραμείνει τα θυμόσοφα λόγια του, που ήταν αυτά: « Ο Θεός έδωσε την υπογραφή του, για την ελευθερία της πατρίδας. Δεν την παίρνει πίσω». Αυτό υπήρξε η πίστη του, για ολόκληρη την ζωή του. Είχε γεννηθεί την Λαμπρή και η μοίρα του επιφύλασσε το προνόμιο να συνδέσει την ζωή του και το όνομα του με την Ανάσταση του Γένους. «Γεννήθηκα – έλεγε – εις τα 1770, Απριλίου 3, την δευτέραν ημέραν της Λαμπρής, εις ένα βουνό, εις ένα δένδρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι».
Ετοιμάζει των ξεσηκωμό των Ελλήνων
Από εκεί είχε ξεκινήσει για να αναδειχθεί σε πολέμαρχο, να γίνει ιστορία, τραγούδι, θρύλος, ενός ολόκληρου λαού. Τα άρματα τα είχε μάθει από παιδί, αφού ήταν γόνος οικογένειας με ηρωική παράδοση. Είχε οργώσει ολόκληρο τον Μοριά και τα βουνά του άλλοτε σαν κλέφτης και άλλες φορές σαν αρματολός. Κυνηγημένος από τους Τούρκους περνά στα Επτάνησα το 1810 και κατατάσσεται σαν αξιωματικός στην εκεί αγγλική στρατιωτική Διοίκηση. Βρισκόμενος στην Ζάκυνθος μυείται στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας. Περνά στην Μάνη για να ετοιμάσει τον ξεσηκωμό και στις 23 Μαρτίου του 1821 μαζί με τον Πετρόμπεη θα μπει στην Καλαμάτα.
Ο Κολοκοτρώνης ως στρατιωτικός αρχηγός πλέον ξεκινά την δράση του. Στέλνει παντού δικούς του ανθρώπους να αναγγείλουν τον ξεσηκωμό. Κλείνει τους Τούρκους στην Καρύταινα και τους νικά στο Φανάρι. Κατανικά τον Κεχαγιάμπεη στο Βαλτέτσι και δίνει νέο αέρα στον αγώνα. Πολιορκεί την Τριπολιτσά με ιδιαίτερη επιδεξιότητα και στο τέλος η πόλη πέφτει σαν ώριμο φρούτο. Συντρίβει τον Δράμαλη στα Δερβενάκια, όπου μαζί με την παλληκαριά του λάμπει και η στρατιωτική του ιδιοφυΐα. Αμέσως μετά περικυκλώνει το Ναύπλιο και τελικά κατόπιν εφόδου του Σταϊκόπουλου στο Παλαμήδι, μπαίνει ο ίδιος στην πόλη θριαμβευτής.
Επιδέξιος στρατηγός με πολιτική διορατικότητα
Θα ακολουθήσουν αργότερα οι περιπέτειες του εμφυλίου, όπου σε αυτόν τον αλληλοσπαραγμό θα χάσει τον γιό του Πάνο. Τον ίδιο θα ρίξουν οι αντίπαλοι του στις φυλακές της Ύδρας. Έπρεπε να εισβάλει ο Ιμπραήμ στον Μοριά για να απελευθερώσουν τον Κολοκοτρώνη, γατί ήταν ο μόνος που μπορούσε να τον αντιμετωπίσει. Ο Κολοκοτρώνης και σε αυτή την περίσταση δεν αναδεικνύεται μόνο επιδέξιος στρατηγός, αλλά και ηγέτης με πολιτική διορατικότητα. Γνωρίζει πολύ καλά ότι σε μία κατά μέτωπο επίθεση εναντίον του Ιμπραήμ θα είχε την τύχη του Παπαφλέσσα, με τους λίγους άνδρες, που είχε στην διάθεση του. Ίσως αυτό να ήταν και το τέλος του αγώνα για την ανεξαρτησία. Ήταν εκείνο που ήθελε να αποφύγει σε μία κρίσιμη περίοδο για την τύχη της πατρίδος στο διπλωματικό πεδίο.
Κάποτε όμως ο αγώνας τελειώνει με την Ελληνική Ανεξαρτησία. Δεν θα τελειώσουν όμως και οι προσωπικές περιπέτειες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Δέχεται με αγαλλίαση την εκλογή του Όθωνα ως βασιλιά της απελευθερωμένης πατρίδος. Η σύγκρουση του όμως με την Αντιβασιλεία θα τον οδηγήσει και σε νέα φυλάκιση. Και ακόμη χειρότερα, καταδίκη σε θάνατο. Η ποινή δεν θα εκτελεστεί. Ο Όθων με την ενηλικίωσή του θα του απονείμει χάρη και θα του αναγνωρίσει την ευγνωμοσύνη που του όφειλε η Ελλάδα.
Το τέλος του
Πολλά έχουν λεχθεί και περισσότερα έχουν γραφεί για τον Αρχιστράτηγο της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821. Τον παρομοίασαν με τον Οδυσσέα στο πνεύμα και με τον Αχιλλέα στην ορμή και τον θυμό. Περιφρονούσε το βόλι και στην μάχη ήθελε να τον διακρίνουν οι εχθροί. Μόνος αυτό ανάμεσα στους συμπολεμιστές του έφερε αρχαίο κράνος και κόκκινη φουστανέλα. Οι γραμματικές του γνώσεις πολύ λίγες αλλά τα ηγετικά του προσόντα τεράστια αναγνωρίζονταν από όλους. Ο Καραϊσκάκης έλεγε: « Αν πάει ο Γέρος, πάει η Ελλάδα. Ενώ σαν κι εμένα έχει κι’ άλλους το έθνος μας».
Λίγους μήνες πριν να κλείσει τα μάτια του, το ένστικτό του τον ειδοποίησε πως το τέλος βρισκόταν κοντά. Περιόδευσε σε όλον τον Μοριά. Παντού από όπου περνούσε, φώναζε φίλους και εχθρούς και τους αποχαιρετούσε δίνοντας και παίρνοντας συγχώρεση….
Στις 13 Νοεμβρίου 1838 ο σχεδόν 70χρονος Κολοκοτρώνης μίλησε στην Πνύκα προς τους μαθητές του Γυμνασίου της πρωτεύουσας. Η κυβέρνηση, όταν έμαθε για τις προθέσεις του Γέρου, φοβήθηκε μήπως από τα λεγόμενά του ξεσηκωθεί ο κόσμος. Έστειλε λοιπόν ένα απόσπασμα χωροφυλακής για να τον εμποδίσει. Δεν πρόλαβαν όμως και συνάντησαν τον Κολοκοτρώνη κατά την επιστροφή. «Άδικα θα πάτε», τους φώναξε πειρακτικά. «Τα είπα, δεν θα με βρείτε πια εκεί». Στις 4 Φεβρουαρίου 1843 το έθνος δεν θα τον έβρισκε πουθενά. Πουθενά αλλού εκτός από τη μνήμη ενός ολόκληρου λαού….
Νίκος Παπαγεωργίου