Η Βενετία είχε μία μακρά και πολυτάραχη σχέση με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αρχικά τα νησιά που αποτελούσαν τη Βενετία είχαν κατοικηθεί από πρόσφυγες κατά τη διάρκεια της εισβολής των Λομβαρδών στη βόρεια Ιταλία κατά τον έκτο αιώνα. Η περιοχή διοικείτο από βυζαντινούς αξιωματούχους με έδρα τη Ραβένα με ισχυρή κατά συνέπεια την επιρροή του βυζαντινού πολιτισμού. Η παλαιότερη εκκλησία της είχε χτιστεί από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο ενώ και ο καθεδρικός ναός του Αγίου Μάρκου ήταν αντίγραφο του ναού των Αγίων Αποστόλων στη Κωνσταντινούπολη ενώ νεαροί Βενετοί αποστέλλονταν στη Κωνσταντινούπολη για σπουδές και για την αναζήτηση συζύγων.
Με το πέρασμα των χρόνων όμως, οι σχέσεις της ανεξάρτητης πλέον Βενετίας με το Βυζάντιο έγιναν ανταγωνιστικές. Η βάναυση μεταχείριση των Βενετών εμπόρων από τη δυναστεία των Κομνηνών δεν είχε ξεχαστεί. Δεν είχε ξεχαστεί ιδιαίτερα από το Δόγη της Βενετίας το 1202, τον Ενρίκο Δάνδολο. Ήταν αυτός που ως πρέσβης της Βενετίας είχε μάταια διαμαρτυρηθεί για τη κατάσχεση των περιουσιών των Βενετών από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία του Μανουήλ Κομνηνού, τριάντα χρόνια πριν. Ενενήντα χρονών πλέον, και τυφλός, έκρυβε μια σιδηρά θέληση πίσω από το αδύναμο παρουσιαστικό του.
Η 4η Σταυροφορία παρουσίαζε λοιπόν μία μοναδική ευκαιρία για τον βενετό Δόγη. Συμφώνησε καταρχήν να ναυπηγήσει τα απαραίτητα πλοία με αντάλλαγμα μια τεράστια αμοιβή. Δυστυχώς για τους σταυροφόρους όμως, η συμμετοχή δεν ήταν η αναμενόμενη και κατάφεραν να συγκεντρώσουν μόνο τα μισά από τα απαραίτητα χρήματα. Όταν ο Δάνδολο το διαπίστωσε αυτό, απέκλεισε τους σταυροφόρους στις βενετικές νησίδες, χωρίς τρόφιμα και τους ανάγκασε να του κάνουν μία «εξυπηρέτηση» με αντάλλαγμα την αναβολή πληρωμής του υπολοίπου ποσού…
Η Ουγγαρία είχε καταλάβει τη πόλη της Ζάρα στις δαλματικές ακτές από τη Βενετία και οι σταυροφόροι δέχθηκαν να την ανακαταλάβουν. Ο Πάπας καταδίκασε τη παρεκτροπή αυτή της Σταυροφορίας, ωστόσο λίγοι μόνο σταυροφόροι αποχώρησαν. Οι τρομοκρατημένοι κάτοικοι της Ζάρα δε πίστευαν ότι οι στρατιώτες του Χριστού επιτίθονταν ενάντια στη χριστιανική τους πόλη. Απελπισμένοι κρέμαγαν σταυρούς από τα τείχη αλλά επί ματαίω. Η πόλη καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε.
Ήταν στη Ζάρα όπου συνάντησε τους σταυροφόρους ο φυγάς από τη Κωνσταντινούπολη, Αλέξιος Δ΄ Άγγελος. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βρει υποστηρικτές για να απελευθερώσει το πατέρα του και να ανατρέψει από το θρόνο το θείο του υποσχέθηκε να προσθέσει δέκα χιλιάδες στρατιώτες στη σταυροφορία και να τους πληρώσει όλους τρεις φορές περισσότερα από όσα χρωστούσαν στη Βενετία. Επίσης υποσχέθηκε να ενώσει την Ορθόδοξη εκκλησία με τη Καθολική υπό τον Πάπα της Ρώμης. Όλα αυτά ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια των σταυροφόρων να ανακτήσει το θρόνο του. Σε όλη τη μακρόχρονη ιστορία της Αυτοκρατορίας δε πρέπει να υπήρξε μια πιο επιζήμια συζήτηση…
Σε όσους από τους σταυροφόρους είχαν ενδοιασμούς στο να επιτεθούν σε ένα χριστιανικό βασίλειο, χρησιμοποίησε το επιχείρημα ότι οι Έλληνες ήταν αιρετικοί Ο Πάπας άμεσα αφόρισε όσους θα συμμετείχαν σε αυτή την εκστρατεία και κάποιοι από τους σταυροφόρους όντως αποσύρθηκαν. Οι περισσότεροι όμως τέθηκαν υπό την ηγεσία του Δάνδολο.
Η φυγή του Αλέξιου
Στη Κωνσταντινούπολη ο Αλέξιος ο Γ΄ Άγγελος αποδείχθηκε δειλός πέρα από διεφθαρμένος. Με την εμφάνιση των σταυροφόρων εμπρός από τα τείχη της Πόλης, διέφυγε για τη Θράκη, παίρνοντας μαζί του και τα κοσμήματα του στέμματος. Οι κάτοικοι της Πόλης ανήμποροι παρακολουθούσαν ενώ οι σταυροφόροι άνοιγαν την αλυσίδα που προστάτευε το Κεράτιο κόλπο και επιτίθονταν ενάντια στα πιο αδύναμα θαλάσσια τείχη. Σύντομα είχαν εισέλθει στη Πόλη καίγοντας και λεηλατώντας. Οι πανικοβλημένοι αυλικοί είδαν ότι ένας μόνο τρόπος υπήρχε να σταματήσουν τη καταστροφή. Οι Δυτικοί είχαν έρθει για να ανατρέψουν το σφετεριστή του θρόνου Αλέξιο Γ΄. Ανέσυραν από τα μπουντρούμια λοιπόν τον ηλικιωμένο και τυφλό, πρώην αυτοκράτορα Ισαάκ Β΄ Άγγελο και τον τοποθέτησαν στο θρόνο στέλνωντας αγγελιοφόρους στους σταυροφόρους. Εν συνεχεία ο Αλέξιος Δ΄ ανακηρύχθηκε συναυτοκράτορας στο πλευρό του πατέρα του, οι υποσχέσεις που είχε δώσει στους σταυροφόρους επικυρώθηκαν σε συνθήκη και οι σταυροφόροι αποχώρησαν στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης αναμένοντας τη πληρωμή τους.
Ο Ισαάκ μπορεί να ήταν τυφλός, μπορούσε όμως να δει ότι οι υποσχέσεις του γιού του δε μπορούσαν να πραγματοποιηθούν. Αδειάζοντας το θησαυροφυλάκιο και κατάσχωντας ιδιωτικές περιουσίες, ο Αλέξιος Δ΄ κατάφερε να μαζέψει μόνο τα μισά από αυτά που χρωστούσε στους σταυροφόρους. Με τις πράξεις του αυτές, μέχρι τα Χριστούγεννα του 1203, είχε καταφέρει να στρέψει εναντίον του το λαό της Πόλης. Από την επιστροφή του στη Κωνσταντινούπολη, με τους δυτικούς βαρβάρους κατά πόδας, είχε φέρει μόνο συμφορές.
Οι σταυροφόροι από τη μεριά τους είχαν ακόμη μικρότερη εκτίμηση για το Αλέξιο Δ΄. Τον θεωρούσαν αδύναμο και ψεύτη. Δε μπορούσαν να πιστέψουν ότι ο κάτοχος μίας τέτοιας πόλης, με τόσα μεγαλειώδη μνημεία, δε μπορούσε με ευκολία να συγκεντρώσει τα χρήματα που τους χρωστούσε. Από την άλλη, ο Ενρίκο Δάνδολο ελαχίστως ενδιαφερόταν για τα χρήματα αλλά συνεχώς υποδαύλιζε τους σταυροφόρους, λέγοντας ότι ο Αλέξιος Δ΄ κωλυσιεργούσε γιατί συγκέντρωνε στρατό για να τους επιτεθεί και ότι είναι φίδι που οι υποσχέσεις του ήταν όλα ψέματα. Μόνο με πόλεμο θα πληρώνονταν αυτά που τους χρωστούσε.
Ενώ ο Δάνδολο παρακινούσε σε πόλεμο, η Κωνσταντινούπολη άρχιζε σταδιακά να κινητοποιείται. Πολλοί ήταν αυτοί πού ήθελαν να διώξουν τους Αγγέλους, μέχρι που τελικά ένας ονόματι Αλέξιος Μουρτζούφλος κινήθηκε για να το πράξει.. Εισέβαλε στα διαμερίσματα του Αυτοκράτορα και τον ξύπνησε λέγοντας ότι όλη η Πόλη έχει ξεσηκωθεί ζητώντας να του κόψουν το κεφάλι. Λέγοντάς του ότι θα τον βοηθήσει να δραπετεύσει, τον οδήγησε στους λοιπούς συνομώτες και αυτοί με τη σειρά τους στα μπουντρούμια μαζί με τον πατέρα του. Εκεί και οι δύο Άγγελοι δολοφονήθηκαν.
Σε παλαιότερες εποχές ο Αλέξιος Μουρτζούφλος θα γινόταν καλός αυτοκράτορας. Εξήντάρης αλλά με πολλή ενέργεια και αποφασιστικός, εμψύχωσε τους πολίτες, βελτίωσε τις οχυρώσεις, αποθήκευσε προμήθειες και οργάνωσε τη φρουρά της Πόλης. Είχε ωστόσο πολύ λίγους στρατιώτες για να φυλάξει χιλιόμετρα τειχών ενάντια σε αριθμητικά πολύ υπέρτερους εχθρούς. Τη Δευτέρα 12 Απριλίου 1204, οι σταυροφόροι επιτέθηκαν ξανά. Ο Μουρτζούφλος ήταν σαν να βρισκόταν παντού, εμψυχώνοντας τους άντρες του όπου τον είχαν ανάγκη στα τείχη. Μετά από μερικές ώρες μάχης όμως, μερικοί πύργοι καταλήφθηκαν και γάλλοι στρατιώτες είχαν εισέλθει εντός των τειχών. Η φρουρά των Βαράγγων παραδόθηκε και αφού μία προσπάθεια ανασυγκρότησης των ανδρών του απέτυχε, ο Αλέξιος Μουρτζούφλος διέφυγε από τη Χρυσή Πύλη για να σχεδιάσει τη μελλοντική του αντεπίθεση.
Κατάρρευση της άμυνας της Πόλης
Με τη φυγή του Μουρτζούφλου κάθε βυζαντινή αντίσταση κατέρρευσε. Οι σταυροφόροι όμως φοβούμενοι μια αντεπίθεση στους στενούς δρόμους της Πόλης, έβαλαν φωτιά σε όσα κτίρια μπορούσαν. Οι περισσότεροι από τους Δυτικούς δεν είχαν φανταστεί ποτέ ότι μια πόλη μπορεί να είναι τόσο μεγάλη.. Ένας γάλλος χρονικογράφος μη πιστεύοντας στα μάτια του, έγραψε ότι περισσότερα κτίρια κάηκαν εκείνη τη μέρα, από όσα υπήρχαν στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Γαλλίας. Οι αρχηγοί των σταυροφόρων αποφάσισαν λοιπόν, μπροστά στο τεράστιο αυτό μέγεθος της Πόλης, να σταματήσουν τις σφαγές με το που έδυσε ο ήλιος και στρατοπέδευσαν στις πλατείες της Πόλης μπροστά από μνημεία του ένδοξου βυζαντινού παρελθόντος.
Οι Κωνσταντινουπολίτες ξύπνησαν την επόμενη μέρα με τη πόλη τους ακόμα να καίγεται αλλά ελπίζοντας ότι τα χειρότερα είχαν περάσει. Ο εφιάλτης όμως δεν είχε καν αρχίσει. Η Κωνσταντινούπολη, είχε σταθεί άπαρτη από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Μία άσβεστη φλόγα στις ακτές του Βοσπόρου σε έναν όλο και πιο σκοτεινό μεσαίωνα. Μπορεί να είχε χάσει πολλή από τη λάμψη της, όμως παρέμενε η μόνη από τις πόλεις της αρχαιότητας που δεν είχε βιώσει τη μπότα του κατακτητή. Μεγαλοπρεπή παλάτια και εκκλησίες στολισμένα με αμύθητα πλούτη βρίσκονταν παντού. Βιβλιοθήκες με καταγεγραμμένη όλη τη γνώση της αρχαιότητας. Κήποι αναψυχής και μνημεία σε κάθε γειτονιά. Το τελευταίο πετράδι στο στέμμα του αρχαίου κόσμου. Με το ξημέρωμα οι σταυροφόροι έπεσαν πάνω της σαν αγέλη λύκων…
Τίποτα δεν ήταν ιερό μπροστά στη μανία τους για λεηλασία. Χειρόγραφα καταστρέφονταν για να αρπάξουν τα πολύτιμα καλύμματα τους. Τάφοι συλήθηκαν για την αναζήτηση θαμμένων θησαυρών. Μεταξύ των οποίων και ο τάφος του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, με τη πολύτιμη σαρκοφάγο του, πετώντας το σώμα του για να αρπάξουν τα πανάκριβα κειμήλια. Εκκλησίες λεηλατήθηκαν και παλάτια καταστράφηκαν. Ούτε ζωντανοί, ούτε νεκροί γλίτωσαν από τη καταστρεπτική μανία για τρεις ολόκληρες ημέρες. Όταν η λεηλασία τελείωσε ούτε οι ίδιοι πίστευαν το πλούτο που είχαν αρπάξει.
Από όλους τους σταυροφόρους, μόνο οι Βενετοί δεν ενδιαφέρονταν μόνο για την αρπαγή πλούτου. Ενώ οι λοιποί έλιωναν διακοσμήσεις και αγάλματα για τα πολύτιμα μέταλλα τους, οι Βενετοί άρπαζαν για να στολίσουν τη πόλη τους, Τα περίφημα μπρούτζινα άλογα στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας για παράδειγμα αποτελούν λάφυρο αυτής λεηλασίας.
Η όλη επιχείρηση απετέλεσε προσωπικό θρίαμβο του Δόγη της Βενετίας, Ενρίκο Δάνδολο. Τα εμπορικά προνόμια και η κυριαρχία στις θαλάσσιες μεταφορές των στενών εξασφαλίστηκαν για τις επόμενες δεκαετίες, παραμερίζοντας ταυτόχρονα τους αντιπάλους της Γένοας και της Πίζας. Χρησιμοποιώντας χωρίς ουσιαστικό κόστος τη στρατιωτική ισχύ της Ευρώπης και αγνοώντας τις απειλές για αφορισμό από τον Πάπα. Για να τα καταφέρει όμως αυτά διέπραξε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της ανθρωπότητας, καταστρέφοντας ανεπανόρθωτα το Βυζάντιο, το επί αιώνες προπύργιο της Ευρώπης κατά του Ισλάμ. Η απληστία της Δύσης καταδίκασε τα διασπασμένα υπολείμματα του μεσαιωνικού ελληνισμού αλλά και όλη την νοτιοανατολική Ευρώπη σε πέντε αιώνες σκλαβιάς και σκότους υπό των Τούρκων Μετά την 4η Σταυροφορία το χάσμα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση έγινε πια αγεφύρωτο. Οι Έλληνες του Βυζαντίου βλέποντας τους σταυροφόρους μέσα στα καπνισμένα ερείπια, έπαψαν πια να τους θεωρούν ως χριστιανούς, προτιμώντας χαρακτηριστικά το τούρκικο σαρίκι από τη παπική τιάρα.
Όταν ο Πάπας Ιννοκέντιος πληροφορήθηκε τα γεγονότα αναγνώρισε τη σημασία τους και αφόρισε όσους συμμετείχαν. Ήταν όμως πλέον πολύ αργά…
μετάφραση – απόδοση στα ελληνικά: Γιώργος Μανωλόπουλος
πηγή: Lost to the West, Lans Brownworth, Broadway Books, 2010