Ένα από τα πιο γνωστά γεγονότα της Επαναστάσεως είναι η πολιορκία και η Έξοδος του Μεσολογγίου.
Ένα γεγονός το οποίο μαρτυρά με τον πιο εμφατικό τρόπο το δράμα, την αυτοθυσία και την γενναιότητα των Μεσολογγιτών.
Η πολιορκία της πόλης του Μεσολογγίου ξεκίνησε, στις 15 Απριλίου 1825, ο Κιουταχής με το στράτευμά του να αριθμεί περί τους 30.000 άνδρες.
Ο Κιουταχής αν και πρότεινε να υπάρξουν διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτού και των Μεσολογγιτών, οι πολιορκημένοι αρνήθηκαν κατηγορηματικά.
Οι Τούρκοι ξεκίνησαν καθημερινές κακ σφοδρές εφόδους αλλά οι πολιορκημένοι απέκρουσαν όλες τις επιθέσεις προκαλώντας σημαντικές απώλειες για τους πολιορκητές. Σε αυτό τεράστια σημασία είχαν οι προμαχώνες και τα οχυρωματικά έργα του Μιχαήλ Κοκκίνη.
Ο Ανδρέας Μιαούλης με τον στόλο, έσπασε τον αποκλεισμό των τούρκων, αντιμετώπιζε και συχνά κατεδίωκε τα καράβια τους.
Η θάλασσα ήταν ο μόνος δρόμος που υπήρχε ανοικτός ώστε να εφοδιάζονται οι υπερασπιστές του Μεσολογγίου με πολεμοφόδια αλλά και τρόφιμα.
Στις 7 Αυγούστου έφτασαν ενισχύσεις από Σουλιώτες και τον Κίτσο Τζαβέλλα, κάτι που ενίσχυσε την ταλαιπωρημένη αλλά και αποδεκατισμένη φρουρά του Μεσολογγίου αλλά και ανεπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων.
Στα τέλη όμως του 1825, οι συνθήκες άλλαξαν.
Ο Ιμπραήμ με ένα σώμα περίπου 15.000 Αιγυπτίων καταφθάνει στη περιοχή και η πίεση προς τους πολιοκρημένους γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη.
Ο θαλάσσιος αποκλεισμός της πόλης από τους Τούρκους πλέον ήταν μόνιμος, αφού ο Ανδρέας Μιαούλης δεν κατάφερε να φτάσει στο Μεσολόγγι.
Το ισχυρό πυροβολικό Τούρκων και Αιγυπτίων, βομβαρδίζει ανηλεώς τα οχυρωματικά έργα του Μεσολογγίου στα οποία προεκλήθησαν πολύ μεγάλες και δύσκολο να επισκευαστούς ζημιές. Όμως και οι καταστροφές των βλημάτων σε πάρα πολλά κτίρια της πόλης ήταν μεγάλες.
Μέσα σε όλα αυτά, οι Μεσολογγίτες είχαν να αντιμετωπίσουν τον μεγαλύτερο εχθρό, την πείνα.
Χωρίς εφοδιασμό, άρχισαν να τρέφονται με οτιδήποτε μπορούσαν να φάνε, ακόμη και τα φύλλα των δέντρων.
Η δράση του Γεωργίου Καραϊσκάκη στην ευρύτερη περιοχή δεν μπορούσε να προσφέρει τίποτα πραγματικά ουσιώδες, παρά μόνο τη σχεδόν μόνιμη απασχόληση τμημάτων της τουρκοαιγυπτιακής στρατιάς.
Οι Μεσολογγίτες, επιδόθηκαν σε εφόδους μικρών τμημάτων (περίπου 300 ανδρών το καθένα), τα οποία μπορεί να μην είχαν καμία ιδιαίτερη στρατιωτική σημασία, αλλά κατάφεραν καίριο πλήγμα στη ψυχολογία των τουρκοαιγυπτίων.
Ο κλοιός έσφιγγε μέρα με τη μέρα γύρω από το Μεσολόγγι, η πείνα και οι ασθένειες κυριολεκτικά θέριζαν και αποφασίστηκε η Έξοδος.
Τα μεσάνυχτα της 10ης Απριλίου (Κυριακής των Βαΐων) ορίστηκαν ως έναρξη της εξόδου.
Λίγες ώρες πριν, οι άνδρες αποχαιρετούν τις γυναίκες, τους γονείς και τα παιδιά τους, ενώ σκοτώνουν όλους τους αιχμαλώτους.
Οι αγωνιστές αφού μετέλαβαν, πήραν τις θέσεις τους σύμφωνα με το σχέδιο.
Γυναίκες, παιδιά, οι γέροντες και οι βαριά τραυματισμένοι μεταφέρονται στο αρχοντικό του Χρήστου Καψάλη και στα γύρω σπίτια της περιοχής Καψαλέικα.
Δεν ήταν λίγες οι γυναίκες ο οποίες με ανδρικές φορεσιές συμμετείχαν στη μάχη.
Σύμφωνα με το σχέδιο οι “εξοδίτες”, χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, υπό τους Δημήτριο Μακρή, Νότη Μπότσαρη και Κίτσο Τζαβέλα, με την ελπίδα να διασπάσουν τις εχθρικές γραμμές, αφού υπολόγιζαν στον αιφνιδιασμό των πολιορκητών.
Όμως το σχέδιό τους είχε προδοθεί και οι πολιορκητές είχαν οργανωθεί. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν επέτρεψε στον Γεώργιο Καραϊσκάκη να ενεργήσει αντιπερισπασματικά.
Ανάμεσα στις 3 ομάδες υπήρχαν και άλλα γυναικόπαιδα, και η Έξοδος ξεκινά.
Οι πρώτοι Έλληνες σφαγιάζονται αμέσως αφού οι Τούρκοι είχαν λάβει τις κατάλληλες θέσεις για να τους αντιμετωπίσουν. Το στοιχείο του αιφνιδιασμού, είχε χαθεί και πλέον αρχίζουν φονικές οδομαχίες. Άλλοι πολεμούν και άλλοι τρέχουν προς τη πόλη ελπίζοντας ότι θα σωθούν. Όμως όλα είχαν κριθεί.
Οι Τούρκοι εισέρχονται στη πόλη και δεν αφήνουν τίποτα όρθιο.
Καίνε, σκοτώνουν, αιχμαλωτίζουν, λεηλατούν και βιάζουν.
Το Μεσολόγγι γνώριζε την οργή και τη βαρβαρότητα του κατακτητή, αφού ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες οι Τούρκοι δεν πάτησαν τη πόλη έστω και αν την πολιορκούσαν για 12 μήνες.
Στο αρχοντικό του Χρήστου Καψάλη, οι κλεισμένοι εκεί Έλληνες θυσιάζονται μέχρις ενός.
Μόλις οι Τούρκοι πλησίασαν το αρχοντικό, ο Χρήστος Καψάλης έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη.
Το ίδιο συνέβη και όταν ο μητροπολίτης Ρωγών Ιωσήφ ανατίναξε τον Ανεμόμυλο.
Η θυσία του Μεσολογγίου, άναψε ξανά τη φλόγα του φιλελληνισμού σε όλη την Ευρώπη.
Δεν ήταν όμως μόνο οι Ευρωπαίοι που συγκινήθηκαν, ήταν και πολλοί Έλληνες οι οποίοι αν και θα μπορούσαν να βοηθήσουν δεν το έκαναν (ή δεν το κατάφεραν) λόγω των εμφυλίων σπαραγμών.
Η δραματική πράξη των “εξοδιτών” ενέπνευσε πλήθος καλλιτεχνών, οι οποίοι μέσω της τέχνης τους προσπάθησαν να αποδώσουν τη θυσία των Ελλήνων και να δοξάσουν την αυτοθυσία τους.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός, ο οποίος γραψε την ημιτελή ποιητική του σύνθεση «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»
Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε’ στα μάτια η μάνα μνέει’
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
“Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει”