Μετά την θριαμβευτική νίκη στην Ελασσόνα, το Σαραντάπορο ήταν επόμενη ουσιαστικής σημασίας νίκη για τα Ελληνικά όπλα. Πραγματοποιήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1912. Ένα ιστορικό φθινόπωρο που έχει γραφεί με ανεξίτηλα γράμματα στις σελίδες της Ελληνικής ιστορίασ. Από τις αρχές Οκτωβρίου ο τούρκικος στρατός είχε οχυρωθεί σε μία τοποθεσία προς τη νότια έξοδο των στενών του Σαρανταπόρου. Μέτωπο είχε την απόσταση μεταξύ Βίγκλας και Γλύκοβου με δύο οχυρωματικές γραμμές.
Στην πρώτη γραμμή είχαν παραταχθεί περίπου είκοσι χιλιάδες τούρκοι στρατιώτες και οκτώ πυροβολαρχίες, ενώ στην δεύτερη είχαν αναπτυχθεί περίπου πέντε χιλιάδες άνδρες. Την ηγεσία των τουρκικών αυτών δυνάμεων την είχε ο Χασάν Ταξίν Πασάς ο οποίος δήλωνε στους επιτελείς του ότι, ήταν απόλυτα σίγουρος για την άμυνα λόγω και της ιδιομορφίας του εδάφους. Μάλιστα δεν έκρυβε την αισιοδοξία του για την έκβαση του αγώνος. Τα στενά του Σαρανταπόρου τα θεωρούσαν απροσπέλαστα και άλλοι στρατηγοί της εποχής, όπως ο Βάσσερ και ο Φον Ντερ Γκόλτς.
Φυσικά το Ελληνικό στρατηγείο δεν ήταν δυνατόν να υποτιμήσει τον ευνοϊκό για τον αντίπαλο αυτόν φυσικό παράγοντα. Γι’ αυτόν τον λόγο το Ελληνικό Στρατηγείο είχε κρίνει πως μία μετωπική επίθεση κατά των στενών, δεν θα μπορούσε να έχει ευνοϊκή κατάληξη για τα Ελληνικά όπλα. Αποφασίστηκε λοιπόν παράλληλα με την μετωπική επίθεση να επιχειρήσουν να πλευροκοπήσουν τον εχθρό, τόσο από ανατολικά όσο και από δυτικά.
Ήταν η 8η Οκτωβρίου 1912 όταν ξεκίνησε η επέλαση των Ελληνικών δυνάμεων. Αποφασίστηκε από το Ελληνικό επιτελείο την μετωπική επίθεση να λάβουν μέρος οι Μεραρχίες Ι, ΙΙ, ΙΙΙ. Ένα Ευζωνικό απόσπασμα θα πλευροκοπούσε τον εχθρό από τα ανατολικά ενώ η IV Μεραρχία θα επιχειρούσε το ίδιο από τα δυτικά. Η IV Μεραρχία θα κατευθυνόταν προς την στενωπό Πόρτες η οποία θα ήταν και η μόνη διέξοδος για τους Τούρκους σε περίπτωση που ήταν αναγκασμένοι να υποχωρήσουν. Ακόμη μία μεραρχία η VI θα παρακολουθούσε ολόκληρη την επιχείρηση και θα λειτουργούσε ως εφεδρεία.
Το πρωί της επομένης ημέρας τα Ελληνικά στρατεύματα που επιχειρούσαν, δηλαδή την 9η Οκτωβρίου, δέχτηκαν τα πρώτα πυρά του τουρκικού πυροβολικού. Με την πύκνωση των τουρκικών πυρών οι απώλειες των Ελληνικών τμημάτων άρχισαν να γίνονται μεγαλύτερες. Δεν όμως μόνο οι φυσικές οχυρώσεις των Τούρκων αλλά και λόγω της ανωμαλίας του εδάφους, το Ελληνικό πεδινό πυροβολικό είχε καθυστερήσει να φτάσει εγκαίρως στο πεδίο της μάχης. Παρά όμως τις μεγάλες απώλειες τα Ελληνικά στρατεύματα που επιχειρούσαν την επίθεση ενώ ήταν ακάλυπτα, δεν έλεγαν να υποχωρήσουν.
Περίπου το μεσημέρι της ίδιας ημέρας η κατάσταση άρχισε να αλλάζει προς το καλύτερο. Το Ελληνικό πεδινό πυροβολικό επιτέλους βρέθηκε στις θέσεις του και άρχισε δραστικές βολές κατά του εχθρού. Οι καταματωμένοι πεζικάριοι άρχισαν να αναπνέουν και να παίρνουν καινούργιο κουράγιο για να συνεχίσουν την επίθεση.
Η μάχη κράτησε μέχρι το βράδυ με αμείωτη ένταση. Όταν άρχισε να σουρουπώνει η επίθεση σταμάτησε. Αλλά δεν μόνο αυτό, οι ουρανοί άνοιξαν και άρχισαν να ποτίζουν την γη με μία καταρρακτώδη βροχή η οποία ξέπλενε το αίμα των ηρώων, που είχε χυθεί στο πεδίο της μάχης από το πρωί. Τώρα πλέον λιγότερα από 500 μέτρα χώριζαν τις Ελληνικές δυνάμεις της πρώτης γραμμής από τις τουρκικές θέσεις. Παρέμεναν στις θέσεις μέσα στην βροχή και το κρύο της Οκτωβριανής νύχτας. Την επομένη η μάχη προβλεπόταν ακόμη ποιο σκληρή.
Οι Τούρκοι επιτελείς έκριναν πως θα ήταν πολύ δύσκολο να κρατήσουν τις θέσεις της πρώτης αμυντικής γραμμής. Προστατευόμενοι από το σκοτάδι της φθινοπωρινής νύχτας και το πυροβολικό τους τα τουρκικά στρατεύματα άρχισαν να υποχωρούν προς την δεύτερη αμυντική γραμμή τους. Φυσικά δεν είχαν πληροφορηθεί για την υπερκέραση των θέσεων τους από τις Ελληνικές δυνάμεις. Θα το μάθαιναν πολύ αργότερα την ίδια νύχτα. Η τουρκική διοίκηση βλέποντας τον άμεσο κίνδυνο σήμανε γενική υποχώρηση προκειμένου να μην περικυκλωθεί και αποδεκατιστεί.
Αυτό που επακολούθησε δεν ήταν απλά υποχώρηση. Έφευγαν πανικόβλητοι. Η φυγή τους αυτή σήμανε και την γενική αποσύνθεση. Το τουρκικό στρατηγείο προσπάθησε να περισώσει τουλάχιστον το πυροβολικό στέλνοντας για προφύλαξη του μία αρκετά ισχυρή δύναμη πεζικού. Μάταια όμως. Μόλις ξημέρωσε η επόμενη ημέρα και οι τουρκικές δυνάμεις που υποχωρούσαν έφτασαν στην στενωπό Πόρτες, βρέθηκαν αντιμέτωπες με τις δυνάμεις της IV Μεραρχίας με αποτέλεσμα είκοσι κανόνια να πέσουν στα χέρια των Ελλήνων.
Ο θρίαμβος των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων ήταν αναμφισβήτητος. Τα απόρθητα στενά του Σαρανταπόρου, κατά τους στρατιωτικούς ειδήμονες, είχαν παραβιαστεί. Ωστόσο η χαρά της νίκης μετριάστηκε από τις θηριωδίες του τουρκικού στρατού σε βάρος αμάχων. Κατά την διάρκεια της νύχτας την ώρα που υποχωρούσαν και λόγω της ολοκληρωτικής τους ήττας, ξέσπασαν πάνω στους ανυπεράσπιστους κατοίκους των Σερβίων. Σαν δολοφόνοι που ήταν είχαν σφαγιάσει αρκετούς από τους προκρίτους της περιοχής. Ήταν δυστυχώς οι άτυχοι Έλληνες οι οποίοι πέθαναν δίχως να μπορέσουν να γευτούν την χαρά της ελευθερίας.
Νίκος Παπαγεωργίου